- ζῳδίου
- ζῴδιονsmall figureneut gen sgζωίδιονsmall figureneut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ZODIACUS — alias Signifer, curculus est in Astronomia notissimus. Eius obliquitatem primus intellexit, hoc es,t rerum fores aperuit Anaximander Milesius, docente Pliniô, l. 2. c. 8. Fuit autem is Thaletis auditor, et docuit, terram se habere in star centri… … Hofmann J. Lexicon universale
κριός — I Πεδινός οικισμός (υψόμ. 80 μ., 53 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ορεστιάδος του νομού Έβρου. Βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο του νομού, 165 χλμ. ΒΑ της Αλεξανδρούπολης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τριγώνου. II (Αστρον.). Αστερισμός του βορείου… … Dictionary of Greek
τοπαρχία — η, Α [τοπάρχης] 1. περιοχή διοικούμενη από τοπάρχη 2. το αξίωμα τού τοπάρχη 3. τοπική κυβέρνηση 4. αστρολ. ο οίκος ζωδίου … Dictionary of Greek
ώρα — Στην αρχαία ελληνική, ώ. σήμαινε εποχή. Σήμερα, σημαίνει χρονική διάρκεια ίση με το ένα εικοστό τέταρτο του ημερονυχτίου και συνεκδοχικά την κατάλληλη στιγμή, τον καιρό, την ακμή. Η ώ. διαιρείται σε 60 πρώτα λεπτά και το κάθε λεπτό σε 60 δεύτερα… … Dictionary of Greek
ζώδιο — το ζώδιου 1. μικρό ζώο. 2. ένα από τα 12 τμήματα του ζωδιακού κύκλου που αντιστοιχεί σ έναν αστερισμό, ο οποίος έχει το όνομα ενός ζώου: Σε ποιο ζώδιο γεννήθηκες; 3. η μοίρα κάθε ανθρώπου: Το ζώδιό μου δεν είναι καλό αυτόν το μήνα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)